Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgeodèta
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ʤeoˈdɛta] 1 ειδικός επί της γεωδαισίας 2 γεωδαίτης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |