Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcontropròva
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [kontroˈprɔva] 1 ξαναμέτρημα 2 μαρτυρία που καταρρίπτει προηγούμενη 3 ανασκευαστική κατάθεση 4 διπλός έλεγχος 5 επανέλεγχος 6 νέα δοκιμασία με άλλη μέθοδο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |