Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


chantilly  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ʃantilˈli]

δαντέλα (είδος)


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  chanteuse chaperon  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

chaise-longue (θηλ.ουσ)
chalet (ουσ αρσ )
champagne (ουσ αρσ )
chansonnier (ουσ αρσ )
chanteuse (θηλ.ουσ)
chantilly (ουσ αρσ και θηλ.)
chaperon (ουσ αρσ )
charleston (ουσ αρσ )
charlotte (θηλ.ουσ)
charter (ουσ αρσ )
charter (επίθ.)
chartreuse (θηλ.ουσ)
chassis (ουσ αρσ )
chauffeur (ουσ αρσ )
che (αντων.)
che (σύνδ.)
che (επιφ.)
checche (αντων.)
checchessia (οριστ. αντων.)
checkup (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---