Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόazotàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [addzoˈtare] 1 λιπαίνω με άζωτο (χωράφι) 2 προσθέτω άζωτο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |