Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόàrabo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈarabo] ο Άραβας àrabo επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ˈarabo] αραβικός (-ή, -ό) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |