Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόappròdo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [apˈprɔdo] 1 προσόρμιση 2 κατάπλους 3 αποβίβαση 4 τόπος αποβίβασης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |