Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόannuàrio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [annuˈarjo] 1 επετηρίδα 2 ετήσιος δακτύλιος δέντρου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |