Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

χαϊδεμένος [επίθ.] χαλάζιο {χαλαζί-ου...
χαϊδεμένος [ουσ αρσ ] χαλαζόκοκκος [ουσ αρσ ]
χαϊδεύομαι [ρ. παθ.] χαλαζόπτωση {-ης κ. -ώ...
χαϊδευτικά [επίρ.] χαλάκι {χωρ. γεν....
χαϊδευτικός [επίθ.] χαλαλίζομαι [ρ.]
χαϊδεύω {χάιδ-εψα,... χαλαλίζω {χαλάλισα}...
χαϊδολογώ [θηλ.ουσ] χαλαρά [επίρ.]
χαίνω (μόνο στο ... χαλαρός [επίθ.]
χαίνων [επίθ.] χαλαρότητα [θηλ.ουσ]
χαιρεκακία [θηλ.ουσ] χαλάρωμα [ουσ ουδ.]
χαιρέκακος [επίθ.] χαλαρωμένος [επίθ.]
χαίρετε [επιφ.] χαλαρώνομαι [ρ.]
χαιρετίζω {χαιρέτισ-... χαλαρώνω {χαλάρω-σα...
χαιρέτισμα {χαιρετίσμ... χαλάρωση {-ης κ. -ώ...
χαιρετίσματα [ουσ ουδ πληθ.] χαλαρωτικός [επίθ.]
χαιρετισμός [ουσ αρσ ] χάλασμα {χαλάσμ-ατ...
χαιρετούρα {χωρ. γεν.... χαλάσματα [ουσ ουδ πληθ.]
χαιρετώ {χαιρετάς.... χαλασμένος [επίθ.]
χαίρομαι {χάρηκα} α... χαλασμός {χωρ. πληθ...
χαίρω {εχάρην, -... χαλαστής [ουσ αρσ ]
χαίτη {χαιτών} χαλάω [ρ. μτβ. και αμετβ.]
χακί {άκλ.} χαλβάς {χαλβάδες}...
χαλάζι {χαλαζ-ιού... χαλδαίος [αρσ. επίθ και ουσ]
χαλαζιακός [επίθ.] χαλεπός [επίθ.]
χαλαζίας {χωρ. πληθ... χάλι {χωρ. γεν....

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: