Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

χαράκτης {χαρακτών} χαριεντισμός [ουσ αρσ ]
χαρακτική [θηλ.ουσ] χαρίζομαι [ρ. παθ.]
χαρακτικός [επίθ.] χαρίζω {χάρισ-α, ...
χαράκωμα {χαρακώμ-α... χάριν [πρόθ.]
χαρακωμένος [επίθ.] χάρις {χάρ-ιτος ...
χαρακώνω {χαράκω-σα... χάρισμα {χαρίσμ-ατ...
χαρακωτός [επίθ.] χαρισματικός [επίθ.]
χάραμα {χωρ. γεν.... χαρισμένος [επίθ.]
χαραμάδα [θηλ.ουσ] χαριστικά [επίρ.]
χαράμι [επίρ.] χαριστικός [επίθ.]
χαραμίζομαι [ρ. παθ.] χαριτόβρυτος [επίθ.]
χαραμίζω {χαράμισ-α... χαριτολογία {χαριτολογ...
χαράμισμα [ουσ ουδ.] χαριτολόγος [επίθ.]
χαραμισμένος [επίθ.] χαριτολογώ {χαριτολογ...
χαραμοφάης {χαραμοφάη... χαριτόπλαστος [επίθ.]
χάραξη {-ης κ. -ά... χαριτωμένα [επίρ.]
χαράσσω (χάρ-αξα, ... χαριτωμένος [επίθ.]
χαρατσώνω {χαράτσω-σ... χαρμάνι {χαρμαν-ιο...
χαραυγή [θηλ.ουσ] χαρμονή [θηλ.ουσ]
χάρβαλο [ουσ ουδ.] χαρμοσύνη {χωρ. πληθ...
χαρείτε! [επιφ.] χαρμόσυνος [επίθ.]
χαρέμι {χαρεμ-ιού... χαροκόπι {χαροκοπ-ι...
χάρη {χωρ. γεν.... χαροκόπος [ουσ αρσ ]
χαρίεις {χαρί-εντο... χαροπάλεμα {χαροπαλέμ...
χαριεντίζομαι {χαριεντίσ... χαροπαλεύω {χαροπάλεψ...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: