Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

φοβερότητα [θηλ.ουσ] φοιτητές [ουσ αρσ πληθ.]
φόβητρο [ουσ ουδ.] φοιτητής {φοιτητριώ...
φοβητσιάρης {φοβητσιάρ... φοιτητικός [επίθ.]
φοβία {φοβιών} φοιτήτρια [θηλ.ουσ]
φοβίζω {φόβισ-α, ... φοιτώ {φοιτάς......
φοβικός [επίθ.] φόλα {χωρ. γεν....
φόβισμα [ουσ ουδ.] φολίδα [θηλ.ουσ]
φοβισμένα [επίρ.] φολιδόμορφος [επίθ.]
φοβισμένος [επίθ.] φολίδωση [θηλ.ουσ]
φόβος [ουσ αρσ ] φολιδωτός [επίθ.]
φοβούμαι {φοβάσαι..... φολκλόρ {άκλ.}
φόδρα {χωρ. γεν.... φολκλορικός [επίθ.]
φοδράρισμα [ουσ ουδ.] φονεύω {φόνευ-σα,...
φοδραρισμένος [επίθ.] φονιάς {φονιάδες}...
φοδράρω {φόδραρα κ... φονικό [ουσ ουδ.]
Φοίβη [θηλ.ουσ] φονικός [επίθ.]
Φοίβος [ουσ αρσ ] φόνισσα {φονισσών}
φοίνικας {φοινίκων} φόνος [ουσ αρσ ]
φοινικέλαιο {φοινικελα... φόντα [θηλ.ουσ]
φοινικιά [θηλ.ουσ] φονταμενταλισμός [ουσ αρσ ]
φοινικόδενδρο {-ου κ. -έ... φονταμενταλιστής [ουσ αρσ ]
Φοινικόλαδο [ουσ ουδ.] φοντάν {άκλ.}
φοινικόπτερος [ουσ αρσ ] φόντο [ουσ ουδ.]
φοινικοφόρος [ουσ αρσ ] φόρα [θηλ.ουσ]
φοίτηση [-εις] φορά {χωρ. πληθ...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: