Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

τούφα {τουφών} τραγίσιος [επίθ.]
τουφέκι {τουφεκ-ιο... τραγοκωμωδία [θηλ.ουσ]
τουφεκιά [θηλ.ουσ] τραγοπόδαρο [ουσ ουδ.]
τουφεκισμός [ουσ αρσ ] τράγος [ουσ αρσ ]
τουφωτός [επίθ.] τραγουδάκι [ουσ ουδ.]
τοφώδης [επίθ.] τραγούδημα [ουσ ουδ.]
τραβέρσα {δύσχρ. τρ... τραγούδι {τραγουδ-ι...
τραβεστί {άκλ.} τραγούδισμα [ουσ ουδ.]
τράβηγμα {τραβήγμ-α... τραγουδιστής {-ές κ. (λ...
τραβηγμένος [επίθ.] τραγουδιστός [επίθ.]
τραβηξιά [θηλ.ουσ] τραγουδίστρια {τραγουδισ...
τραβηχτικός [επίθ.] τραγουδοποιός [ουσ αρσ και θηλ.]
τραβιέμαι [ρ. παθ.] τραγουδώ {τραγουδάς...
τραβολογώ {τραβολογά... τραγωδία {τραγωδιών...
τραβώ {τραβάς...... τραγωδός [ουσ αρσ και θηλ.]
τραγάκανθος [ουσ αρσ ] Τραϊανός [ουσ αρσ ]
τραγανίζω {τραγάνισα... τραίνο [ουσ ουδ.]
τραγάνισμα [ουσ ουδ.] τράκα {χωρ. γεν....
τραγανιστός [επίθ.] τρακαδόρος {χωρ. γεν....
τραγανός [επίθ.] τρακάρισμα {τρακαρίσμ...
τραγελαφικός [επίθ.] τρακάρω {τράκαρ-α ...
τραγικά [επίρ.] τρακατρούκα, τράκα τρούκα {χωρ. γεν....
τραγικοκωμικός [επίθ.] τράκο [ουσ ουδ.]
τραγικός [επίθ.] τράκος [ουσ αρσ ]
τραγικότητα {χωρ. πληθ... τρακτέρ {άκλ.}

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: