Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


τραβώ
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 tirare
2 [χρήματα] prelevare
3 [όπλο] sfoderare
4 [απορροφάω] attingere
5 [προσελκύω] affascinare
6 [υποφέρω] subire

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  τραβολογώ τραγάκανθος  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


δε με τραβάει = non mi piace || τραβώ στην τύχη = tirare a sorte


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---