Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

τοποθετούμαι [ρ. παθ.] τορνίρω [ρ.]
τοποθετώ {τοποθετεί... τόρνος [ουσ αρσ ]
τοπολογία {χωρ. πληθ... τορπίλα [θηλ.ουσ]
τοπολογικός [επίθ.] τορπιλάκατος {τορπιλακά...
τόπος [ουσ αρσ ] τορπίλη {τορπιλών}
τοπούζι [ουσ ουδ.] τορπιλητής [ουσ αρσ ]
τοπωνυμία {τοπωνυμιώ... τορπιλίζω {τορπίλισ-...
τοπωνυμικός [επίθ.] τορπιλισμός [ουσ αρσ ]
τοπωνύμιο {τοπωνυμί-... τορπιλοσωλήνας [ουσ αρσ ]
τορβάς [ουσ αρσ ] τορτελίνι [ουσ ουδ.]
τόρευση [θηλ.ουσ] τόσα [αντων.]
τορευτής [ουσ αρσ ] Τοσκάνη [θηλ.ουσ]
τορευτός [επίθ.] τοσκάνικα [θηλ.ουσ]
τορεύω {τόρευ-σα ... τόσο [επίρ.]
τορινέζικος [επίθ.] τόσος [επίθ.]
Τορίνο [ουσ ουδ.] τόσος [αντων.]
τορναδόρος [ουσ αρσ ] τοστ {άκλ.}
τορνάρισμα {τορναρίσμ... τοστιέρα {δύσχρ. το...
τορνάρω (τορνάρ-ισ... τότε [επίρ.]
τόρνεμα {τορνέμ-ατ... τοτέμ {άκλ.}
τόρνευση [θηλ.ουσ] τοτεμικός [επίθ.]
τορνευτής [ουσ αρσ ] τοτεμισμός [ουσ αρσ ]
τορνευτός [επίθ.] του [άρθ.]
τορνεύω {τόρν-εψα,... του [αντων.]
τορνιρισμένος [επίθ.] τουαλέτα {τουαλετών...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: