Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

τέχνασμα {τεχνάσμ-α... τζαζ [ουσ ουδ.]
τέχνη {τεχνών} τζάκετ {άκλ.}
τεχνηέντως [επίρ.] τζάκι {τζακ-ιού ...
τεχνήτιο {τεχνητίου... Τζαμάικα [θηλ.ουσ]
τεχνητός [επίθ.] τζαμαρία {τζαμαριών...
τεχνικά [επίρ.] τζαμάς {τζαμάδες}
τεχνική [θηλ.ουσ] τζάμι {τζαμ-ιού ...
τεχνικολόρ [ουσ ουδ.] τζαμί {τζαμ-ιού ...
τεχνικοποιώ [ρ.] τζαμόπορτα {δύσχρ. τζ...
τεχνικός [επίθ.] τζάμπα [επίρ.]
τεχνικότητα {-ας κ. -ό... τζάμπο [ουσ ουδ.]
τεχνίτης {τεχνιτών} τζαμωτός [επίθ.]
τεχνίτρια {τεχνιτριώ... τζάνερο [ουσ ουδ.]
τεχνογραφικός [επίθ.] τζάντζαλο [ουσ ουδ.]
τεχνοδομή [θηλ.ουσ] τζαρτζάρισμα [ουσ ουδ.]
τεχνοκράτης {τεχνοκρατ... τζαρτζάρω {τζαρτζάρι...
τεχνοκρατία {χωρ. πληθ... τζατζίκι {τζατζικ-ι...
τεχνοκρατικός [επίθ.] Τζένοβα [θηλ.ουσ]
τεχνοκρίτης {τεχνοκριτ... τζέντλεμαν {άκλ.}
τεχνολογία {τεχνολογι... τζερεμές [ουσ αρσ ]
τεχνολογικός [επίθ.] Τζέρσεϊ [ουσ ουδ.]
τεχνοτροπία {τεχνοτροπ... τζην [ουσ ουδ.]
τεχνουργία {τεχνουργι... τζίβα {χωρ. γεν....
τεχνουργός [ουσ αρσ και θηλ.] τζίνι {χωρ. γεν....
τέως [επίθ.] τζιπ {άκλ.}

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: