Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

ποίκιλμα {ποικίλμ-α... ποινικολόγος [ουσ αρσ και θηλ.]
ποικιλμένος [επίθ.] ποινικοποίηση [θηλ.ουσ]
ποικιλομορφία [θηλ.ουσ] ποινικοποιώ [ρ. μτβ.]
ποικιλόμορφος [επίθ.] ποινικός [επίθ.]
ποικίλος [επίθ.] ποιον {χωρ. πληθ...
ποικιλόσχημος [επίθ.] ποιον το Ο γεν. ...
ποικιλότητα {ποικιλοτή... ποιος [επίθ.]
ποικιλοχρωμία [θηλ.ουσ] ποιος [αντων.]
ποικιλόχρωμος [επίθ.] ποιότητα {ποιοτήτων...
ποίκιλση {-ης κ. -ί... ποιοτικά [επίρ.]
ποίκιλσις [θηλ.ουσ] ποιοτικός [επίθ.]
ποικιλώνυμος [επίθ.] ποιου [επίθ.]
ποιμαίνω (ποίμ-ανα) ποιους [αντων.]
ποιμενάρχης {ποιμεναρχ... ποιώ {ποιείς......
ποιμένας [ουσ αρσ ] πόκερ {άκλ.}
ποιμενικό [ουσ ουδ.] πολαρόγραμμα [ουσ ουδ.]
ποιμενικός [επίθ.] πολαρογραφία [θηλ.ουσ]
ποιμήν [ουσ αρσ ] πολαρογράφος [ουσ αρσ ]
ποίμνη {ποιμνών} πολαρόιντ {άκλ.}
ποίμνιο {ποιμνί-ου... πολέμαρχος {πολεμάρχ-...
ποιμνιοβοσκή [θηλ.ουσ] πολεμική [θηλ.ουσ]
ποιμνιοστάσιο {ποιμνιοστ... πολεμικός [επίθ.]
ποιμνιοτρόφος [ουσ αρσ ] πολεμικότητα [θηλ.ουσ]
ποινή [θηλ.ουσ] πολέμιος {πολεμί-ου...
ποινικολογικός [επίθ.] πολεμιστήριος [επίθ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: