Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

μηχανοστάσιο {μηχανοστα... Μιθριδατικός [επίθ.]
μηχανοτεχνίτης {μηχανοτεχ... μιθριδατισμός [ουσ αρσ ]
μηχανότρατα {χωρ. γεν.... μίκα [θηλ.ουσ]
μηχανούλα [θηλ.ουσ] μικάδος [ουσ αρσ ]
μηχανουργείο [ουσ ουδ.] μίκι μάους [ουσ αρσ ]
μηχανουργός [ουσ αρσ ] μικκύλιο {μικκυλί-ο...
μηχανώμαι [-άσαι, -ά... μικραίνω {μίκρυνα} ...
μία, μια [άρθ.] μικρανεψιά [θηλ.ουσ]
μιαίνω {μί-ανα, -... μικρανεψιός [ουσ αρσ ]
μίανση [θηλ.ουσ] μικρανήψι [ουσ ουδ.]
μιαρός [επίθ.] μικράτα [ουσ ουδ πληθ.]
μιαρότητα [θηλ.ουσ] μίκρεμα [ουσ ουδ.]
μίασμα {μιάσμ-ατο... μικρέμπορος {μικρεμπόρ...
μιασματικός [επίθ.] μικροαμπέρ [ουσ ουδ.]
μιγάδα [θηλ.ουσ] μικροαμπερόμετρο [ουσ ουδ.]
μιγάδας [ουσ αρσ ] μικροανάλυση {-ης κ. -ύ...
μιγάς {μιγάδ-ος,... μικροαρρώστια [θηλ.ουσ]
μίγμα [ουσ ουδ.] μικροαστικός [επίθ.]
Μίδας [ουσ αρσ ] μικροαστός [ουσ αρσ ]
μίζα {μιζών} μικροβιακός [επίθ.]
μιζαδόρος [θηλ.ουσ] μικρόβιο {μικροβί-ο...
μιζ–αν–πλί [ουσ ουδ.] μικροβιολογία {χωρ. πληθ...
μιζέρια {χωρ. γεν.... μικροβιολογικός [επίθ.]
μίζερος [επίθ.] μικροβιολόγος [ουσ αρσ και θηλ.]
μιζούρα [θηλ.ουσ] μικρόβιος [επίθ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: