Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μία, μια
άρθρο*

una

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μηχανώμαι μιαίνω  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


κάνω μιά χάρη σε κανέναν = fare una cortesia || από μιά άποψη = in un certo senso || μιλάω με ευχέρια μιά γλώσσα = parlare correntemente una lingua || μια κι έξω = tutto d'un fiato || μίας χρήσεως = usa e getta


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---