Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόΖικχοί
ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός variante di [Ζυγοί] Ζύχοι ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός variante di [Ζυγοί] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |