Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόζαρζαβατικά
ουσιαστικό ουδέτερο πληθυντικός 1 orta`ggi ~mp~ 2 verdu`ra ~f~ ζαρζαβατικό ουσιαστικό ουδέτερο verdu`ra ~f~ e orta`ggi ~mp~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |