Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


υπερχείλιση
ουσιαστικό θηλυκό

1 colatura
2 ribocco
3 rigurgito
4 riversamento
5 straripamento
6 trabocco
7 troppopieno

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  υπερχειλίζω υπερχειλισμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---