Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόύψος
ουσιαστικό ουδέτερο altezza permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαή του ύψους ή του βάθους = o la va o la spacca || το άλμα εις ύψος = salto [αρσ.] in alto Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |