Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικότίτλος
ουσιαστικό αρσενικό titolo permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαο πιστωτικός τίτλος = titolo [αρσ.] di credito Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |