Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


τιτιβίζω
ρήμα αμετάβατο

1 chioccolare
2 cinguettare
3 gorgheggiare
4 piare (vi)
5 pigolare (vt)
6 pipiare (vi)
7 fare pio pio

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  τιτάνωση τιτίβισμα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---