Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


τέρμα
ουσιαστικό ουδέτερο

1 termine (m)
2 sport meta, rete
3 [λεωφορείου] capolinea

τέρμα
ουσιαστικό ουδέτερο πληθυντικός

1 estremo
2 fine
3 fondo
4 termine
5 vetta

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  τεριλένιο τερματίζομαι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---