Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


συρρικνώνομαι
ρήμα

1 aggrinzarsi
2 contrarsi
3 raggrinzarsi (vrifl)
4 raggrinzirsi (vrifl)
5 restringersi (vrifl)
6 ridursi (vrifl)
7 rientrare (vi)
8 rimpiccinirsi (vrifl)
9 rimpiccolirsi (vrifl)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  συρρικνωμένος συρρικνώνω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---