Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


συμφωνώ
ρήμα αμετάβατο

1 acconsentire, concordare, essere d'accordo
2 [συνομολογώ] accordarsi

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σύμφωνος συμφωνών  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---