Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


στοχεύω
ρήμα αμετάβατο

1 imbroccare
2 mirare (vi)
3 pensare (vi)
4 puntare (vt)
5 tendere
6 tirare
7 traguardare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  στόχευση στόχος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---