Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σκουληκιάζω
ρήμα αμετάβατο

1 bacare
2 bacarsi
3 imbacare
4 imbachire
5 intarlare
6 inverminirsi
7 intarlarsi
8 inverminire

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σκουλήκια σκουλήκιασμα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---