Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σκιτσάρω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 abbozzare
2 accennare
3 delineare
4 descrivere
5 disegnare
6 ordire (vt)
7 sbozzare (vt)
8 schizzare (vt)
9 tracciare
10 tratteggiare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σκιτσαρισμένος σκίτσο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---