Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σαρκάζω
ρήμα μεταβατικό

1 beffare
2 beffeggiare
3 deridere
4 gabbarsi
5 ironizzare
6 schernire (vt)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σάρκα σαρκασμός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---