Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόθρύλος
ουσιαστικό αρσενικό legge`nda ~f~, mito ~m~ ((anche in senso figurato)) ο θρύλος και η ιστορία == la leggenda e la storia | δεν είναι παρά θρύλοι == non sono altro che leggende permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |