Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόθεσμοθέτηση
ουσιαστικό θηλυκό 1 promulgazio`ne ~f~, emanazio`ne ~f~ (di legge, decreto) 2 istituzionalizzazio`ne 3 istituzio`ne θεσμοθέτηση βραβείου == istituzione di un premio permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |