Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


θερμοκαυτηρίαση  
ουσιαστικό θηλυκό

1 caute`rio ~m~
2 cauterizzazio`ne ~f~
3 termocaute`rio ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  θερμοκαυστήρας θερμοκέφαλος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---