Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


θέατρο  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 tea`tro ~m~ il locale χτες πήγα στo Εθνικό Θέατρο == ieri sono andato al Teatro Nazionale
2 l'arte tea`tro τo αρχαίο ελληνικό θέατρo == il teatro greco antico
3 (fig) tea`tro ~m~, scena ~f~ θέατρo αιματηρών συγκρoύσεων == teatro di scontri sanguinosi | παίζω θέατρo == fingere, simulare, far finta

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  θεατρίνος θεατρογράφος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---