Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόθαλερός
επίθετο 1 flo`rido, fiore`nte, rigoglio`so θαλερό δέντρο == albero rigoglioso 2 (fig) arzi`llo ~m~, viva`ce ~m~, vigoro`so θαλερός γέροντας == vecchio vigoroso θαλερότατος επίθετο superlativo di [θαλερός] θαλερότερος επίθετο comparativo di [θαλερός] θαλερώτατος επίθετο superlativo di [θαλερός] θαλερώτερος επίθετο comparativo di [θαλερός] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |