Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


προορισμός
ουσιαστικό αρσενικό

1 [κατεύθυνση] destinazione (f)
2 [σκοπός] missione (f)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  προορισμένος προορώ  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---