Ιταλικό Λεξικό
Αρχική
λεξικό
Ελληνο-ιταλικό λεξικό
Ιταλο-ελληνικό λεξικό
Οδηγίες
Συντομογραφίες
Βιβλιογραφικές σημειώσεις
Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
Ιταλική γραμματική
Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρήση
Στείλ' το σ' ένα φίλο
Χάρτης Ιστότοπου
Ποιοι είμαστε
Πoλιτική απορρήτου
Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
Φόρμα επικοινωνίας
Ελληνοιταλικό λεξικό
Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό
προγραμματιστής
ουσιαστικό αρσενικό
1
pianificatore
2
programmatore
3
programmista
permalink
Συνεχίζεται παρακάτω
<< προγραμματισμός
προγραμμένος >>
Sfoglia il dizionario
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Ζ
Φ
Χ
Ψ
Ω
πρόγραμμα
[ουσ ουδ.]
προγραμματίζω
{προγραμμά...
προγραμματικός
[επίθ.]
προγραμματισμένος
[επίθ.]
προγραμματισμός
[ουσ αρσ ]
προγραμματιστής
{προγραμμα...
προγραμμένος
[επίθ.]
προγραφή
[θηλ.ουσ]
προγράφω
αόρ. προέγ...
προγυμνάζομαι
[ρ.]
προγυμνάζω
(προγύμν-α...
προγύμναση
[θηλ.ουσ]
προγυμναστής
[ουσ αρσ ]
πρόδειπνο
[ουσ ουδ.]
πρόδηλος
[επίθ.]
προδήλως
[επίρ.]
προδιαβήτης
[ουσ αρσ ]
προδιαβητικός
[επίθ.]
προδιαγραμμένος
[επίθ.]
προδιαγραφές
[θηλ. ουσ πληθ.]
Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:
---CACHE---
ΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ ΜΑΣ
Dizionario italiano
Grammatica italiana
Verbi Italiani
Dizionario-latino
Dizionario greco antico
Dizionario francese
Dizionario inglese
Dizionario tedesco
Dizionario spagnolo
Dizionario greco moderno
Dizionario piemontese
Ricette di cucina
Vacanze in Grecia
En français
Dictionnaire Latin
Verbes italiens
In english
Latin Dictionary
Italian Verbs
In Deutsch
Italienische Verben
En español
Los verbos italianos
Em portugues
Os verbos italianos
По русски
Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
Dissionari piemontèis