Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόπρόγνωση
ουσιαστικό θηλυκό previsione (f), pronostico permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαη πρόγνωση του καιρού = previsioni [θηλ. πλυθ.] del tempo Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |