Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ποικίλλω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 adornare
2 diversificare
3 ornare (vt)
4 rabbellire (vt)
5 variare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ποικιλία ποίκιλμα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---