Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


πνίγομαι
ρήμα παθητικό

1 affogare
2 affogarsi
3 annegare
4 annegarsi
5 asfissiare
6 soffocare (vi)
7 strangolarsi (vrifl)
8 strozzarsi (vrifl)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  πνιγμός πνίγω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---