Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


πλευρά
ουσιαστικό θηλυκό

1 lato
2 [βουνού] fianco
3 [senso metaforico] punto di vista
4 anatomia costola

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  πλερωτικά πλευρίζω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---