Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


περισσότερος
επίθετο

maggiore

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  περισσότερο περισταλτικός  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


οι περισσότεροι [m.] = la maggior parte [θηλ.] || ολοένα και περισσότερο = sempre più


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---