Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόπεριστατικό
ουσιαστικό ουδέτερο 1 accadimento 2 caso 3 circostanza 4 contingenza 5 episodio 6 evenienza 7 fatto 8 incidente 9 occasione 10 occorrenza permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματατα επείγοντα περιστατικά = casi [αρσ. πλυθ.] urgenti Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |