Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


περιπλέκω
ρήμα μεταβατικό

1 [μπερδεύω] imbrogliare
2 [senso figurato] complicare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  περιπλέκομαι περιπλέω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---