Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


περιπλανώμαι
ρήμα αμετάβατο

1 abbadare
2 bighellonare
3 divagare
4 pellegrinare (vt)
5 peregrinare (vt)
6 sbalestrare (vi)
7 scorrazzare (vi)
8 vagare
9 essere alla deriva
10 lasciare il retto cammino

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  περιπλανιέμαι περιπλανώμενος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---