Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


πελεκώ
ρήμα μεταβατικό

1 dirozzare
2 spaccare (vt)
3 stagliare (vt)
4 subbiare (vt)
5 tagliare
6 tagliare con l'ascia

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  πέλεκυς πελελάδα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---