Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόπείρα
ουσιαστικό θηλυκό esperienza permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαέχω πείρα = essere pratico || εκ πείρας = per esperienza Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |