Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παρκάρισμα
ουσιαστικό ουδέτερο

parcheggio

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παρκαδόρος παρκάρω  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


ο δίσκος παρκαρίσματος = disco [αρσ.] orario


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---