Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παρενοχλώ
ρήμα μεταβατικό

1 angariare
2 disturbare
3 impacciare
4 impastoiare
5 impedire
6 impermalire
7 impicciare
8 importunare
9 incomodare
10 infastidire
11 molestare (vt)
12 preoccupare (vt)
13 scannare (vt)
14 stancare (vt)
15 tediare
16 tormentare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παρενοχλούμαι παρεντερικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---