Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παραπείθω
ρήμα μεταβατικό

1 circonvenire
2 ciurmare
3 dissuadere
4 distogliere
5 ritrarre (vt)
6 smuovere (vt)
7 stornare (vt)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παραπαχαίνω παραπειστικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---